HEARTBREAK HOTEL Εκτύπωση
Συντάχθηκε απο τον/την Πηνελόπη Χριστοπούλου   
Σάββατο, 15 Μάρτιος 2014 09:26

HeartBreak Hotel
Διασκευή του «Λεωφορείου ο Πόθος» του Τένεσι Ουΐλλιαμςαπό τον Θάνο Νίκα

heartbreak1

Ο συγγραφέας
Ο αμερικανός δημιουργός των κολασμένων νευρωτικών ηρωίδων και των απροσάρμοστων υπάρξεων, Τένεσι Ουΐλλιαμς (φιλολογικό ψευδώνυμο του Τόμας Ουίλιαμς),  γεννήθηκε το 1911 στο Κολόμπους του Μισισίπι σε μια χώρα που έγινε ελπιδοφόρος μύθος, σύμβολο της πραγματοποίησης των ονείρων πριν καλά-καλά ονομαστεί «Αμερική». Κατά τα εφηβικά του χρόνια εμφανίζει μια ντροπαλότητα παθολογικού βαθμού, εσωστρέφεια και κρίσεις πανικού. Ο κορυφαίος δραματουργός στα 14 του, ανακαλύπτει το γράψιμο σα φυγή απ' τον κόσμο της πραγματικότητας (όπως ο ίδιος αναφέρει στον πρόλογό του στο «Γλυκό Πουλί Της Νιότης»). Στα 18 του χρόνια, αναπτύσσει τη φοβία της τρέλας. Στα  34 του,  γράφει τον αυτοβιογραφικό «Γυάλινο Κόσμο», (Τhe Glass Menagerie) που τον καθιέρωσε ως έναν από τους  κορυφαίους δραματικούς συγγραφείς του εικοστού αιώνα. Στα 36 του, έγινε ο υπ’ αριθμόν ένα δραματικός συγγραφέας της γενιάς του. Στα 44 του χρόνια, έγραψε την τελευταία εμπορική του επιτυχία («Νύχτα της Ιγκουάνα») και στα 70 του, το τελευταίο του θεατρικό έργο. Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών '50 και '60, έρχεται αντιμέτωπος με τη σκληρή κριτική και τα σχόλια του τύπου, εξαιτίας του τρόπου ζωής, των ομοφυλοφιλικών ανοιχτών δηλώσεών και προτιμήσεων του αλλά και της σκανδαλώδους,  παραβατικής συχνά, συμπεριφοράς του. Πηγή του συγγραφέα, από την οποία τροφοδοτείται όλη η κειμενική του συνείδηση είναι προσωπικά βιώματα και φαντασιακές μυθοπλασίες. Αποκυήματα της μνήμης αλλά και των νευρωτικών εμμονών  ή και τύψεων του.

williams

Tα έργα του Τ. Ουίλλιαμς είναι ποτισμένα με απαισιοδοξία και γεμάτα από ήρωες που σέρνουν τη ζωή, τους πόθους, τα χαμένα όνειρα και … τις νευρώσεις τους! Στο οικογενειακό περιβάλλον του συγγραφέα βρίσκουμε έναν αυταρχικό και βίαιο πατέρα, αλκοολικό με ιδιαίτερη ευαισθησία στο γυναικείο φύλο και προπαντός μονίμως απόντα. Βρίσκουμε επίσης μια έντονα καταπιεστική μητρική παρουσία. Μια μητέρα με πουριτανικές αρχές, που θεωρούσε και την παραμικρή απόλαυση, αμαρτία ενώ συχνά παρενέβαινε στις φιλίες του, προσπαθώντας να ελέγξει τις κοινωνικές και ερωτικές του σχέσεις. Τέλος, μια πολυαγαπημένη σχιζοφρενή αδερφή, τη Ρόουζ, η οποία βασανιζόταν απ' αυτό που η ίδια ονόμαζε «εγκληματικά θηρία». Ο Ουίλιαμς, φορτωμένος πόνο και ενοχές τους εγκαταλείπει για την αναζήτηση της Τέχνης, της περιπέτειας και του έρωτα. Το θέμα της φυγής είναι πολύ  αγαπητό και συχνό στον συγγραφέα. Με τη φυγή του από την οικογένεια ο Τόμ θα γίνει Τεννεσί (παρατσούκλι που οφείλονταν στην προφορά του και που αργότερα υιοθετήθηκε  κι από τον ίδιο) και θα περάσει από τον έναν πόλο συμπεριφοράς, στον άλλο. Ο ντροπαλός, εσωστρεφής, με τη φοβία της τρέλας και της αρρώστιας γόνος πουριτανικής οικογένειας, θα γίνει προκλητικός, σκανδαλώδης, ομοφυλόφιλος, με ιδιαίτερη αγάπη στο αλκοόλ, στις τοξικές ουσίες, στα βαρβιτουρικά, στα  διεγερτικά.  Οι ενοχές -νευρωτικής φύσεως- τον ακολουθούν σ’ όλη την πορεία της ζωής του. Μετά τον θάνατο του αγαπημένου του εραστή Φράνκι θα υποφέρει από μείζονα καταθλιπτική διαταραχή και θα εγκλειστεί για τρεις μήνες σε ψυχιατρείο. Ο καταραμένος ποιητής του αμερικανικού θεάτρου, δημιουργός επίσης των εμβληματικών «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» και «Το γλυκό πουλί της νιότης», το 1948, κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ για το «Λεωφορείον Ο Πόθος» και το 1955, για τη «Λυσσασμένη Γάτα». Πέθανε στα 72 του χρόνια το βράδυ της 24ης Φεβρουαρίου, όταν το πώμα ενός μπουκαλιού, μετά από ένα θανατηφόρο «κοκτέιλ» ποτών και βαρβιτουρικών, σφηνώθηκε στον λαιμό του, σ’ ένα από τα δωμάτια του ξενοδοχείου Elysee της Νέας Υόρκης.

heartbreak2

Το κείμενο
Ο Τένεσι Ουΐλλιαμς, ένας από τους σημαντικότερους θεατρικούς συγγραφείς της μεταπολεμικής Αμερικής, έγραψε το Λεωφορείο ο πόθος το 1947. Αρχικά, ο συγγραφέας ονόμασε το έργο «Η καρέκλα της Μπλανς στο φεγγάρι» επηρεασμένος από την θλιβερή εικόνα της αδερφής του που περίμενε καρτερικά στο φως του φεγγαριού τον Στάνλεϋ Κοβάλσκι, αληθινό πρόσωπο που γνώρισε ο συγγραφέας και η αδερφή του όταν για τρία χρόνια εργαζόταν στο μαγαζί του πατέρα του και με τον οποίο η Ρόουζ ήταν βαθιά ερωτευμένη. Όταν άρχισαν να χάνονται οι ελπίδες για την εμφάνιση του Στάνλεϋ, άρχισε και η νοητική και ψυχική κατάρρευση της Ρόουζ. Λίγο μετά, το έργο μετονομάστηκε από τον ίδιο τον συγγραφέα σε «Λεωφορείο ο Πόθος». Την ίδια χρονιά ανέβηκε στο Μπροντγουέι, σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν αποσπώντας τέσσερα Όσκαρ, ενώ από το 1947 έως το 1997 πραγματοποιήθηκαν σε διεθνές επίπεδο πάνω από 20.000 μεταφορές του. Όπως και στο έργο του «Ο Γυάλινος Κόσμος», έτσι και σε αυτό, υπάρχει η ίδια μελαγχολική, νοτισμένη ατμόσφαιρα. Εκεί, μέσα στα δυο δωμάτια κυριαρχούν η μοναξιά κι οι ταξικές συγκρούσεις, και -όπως πάντα στα έργα του Ουΐλλιαμς-, ζουν και πάσχουν νευρωτικοί ήρωες με μόνη επιθυμία τους την διαφυγή από την πραγματικότητα, επιθυμία που ταυτίζεται με αυτήν του συγγραφέα. H Mπλάνς, μια αισθησιακή, κομψή κυρία άνω των 30, λάτρης του ωραίου και έρμαιο του ερωτισμού, του ναρκισσισμού και του πληγωμένου πόθου της για τον Άλαν, ταξιδεύει με το Λεωφορείο που ονομάζεται «Πόθος», για μια φτωχή συνοικία της Ν. Ορλεάνης αναζητώντας τη μαγεία. Κατεβαίνοντας στη στάση που ονομάζεται «Νεκροταφείο», δέχεται ήδη την πρώτη σκοτεινή ένδειξη για ένα αφιλόξενο κλίμα. «Ζέστη, κούραση και σκόνη» και το ταξίδι για το όνειρο με μέσο τον «πόθο», τερματίζει στο «Νεκροταφείο». Η Μπλανς, με το προνόμιο της ευγενικής καταγωγής, μεγαλωμένη στο Belle Rêve (=ωραίο όνειρο) λατρεύει τα ωραιοπαθή ψέματα, τον μποέμ τρόπο ζωής, και παραδίδεται σε στιγμιαίες παρορμήσεις. Ο Στάνλεϋ από την άλλη, ο σύζυγος της αδερφής της, είναι ένας δυναμικός Πολωνός μετανάστης, ρεαλιστής και αγενής. Ένας άντρας με φλόγα που δεν αρέσκεται σε συναισθηματισμούς. Είναι και αυτός « ξένος» , που ίσως ταξίδεψε κι αυτός με το λεωφορείο «Πόθος» για να φτάσει στη Ν. Ορλεάνη προς αναζήτηση του δικού του ονείρου. Μοναδική επιθυμία του η επιβίωση ενώ επιθυμία της Μπλάνς είναι το «Belle Rêve» και το κάθε «ωραίο όνειρο». Η σύγκρουση δύο τόσο ετερόκλητων στοιχείων είναι αναπόφευκτη. Σύγκρουση δύο κόσμων διαφορετικών. Σύγκρουση ταξική, όπου ο Στάνλεϋ αντιπροσωπεύει «τη νέα τάξη πραγμάτων» της μεταπολεμικής εποχής (μια τάξη ανερχόμενη που προσπαθεί μέσω του ρεαλισμού και του δυναμισμού της να επιβιώσει) ενώ η Μπλανς, το συναισθηματισμό, την ονειροπόληση και τη «μαγεία». Μια σύγκρουση κουλτούρας, αρσενικού- θηλυκού, και κοινωνικών τάξεων ώσπου τέλος, να επέλθει η ένωση των αντιθέτων βασισμένη πάνω σε μια σχέση μίσους αλλά και στην ανεξέλεγκτη ερωτική διάθεση της ψυχής. Όταν η ευαίσθητη Μπλανς θα πληγωθεί από τον ρεαλιστή Στάνλεϋ και τα άκακα ωραιοπαθή ψέματα της δεν μπορούν πια να αντικαταστήσουν την σκληρή πραγματικότητα τότε θα καταρρεύσει και θα παραδοθεί στην όμορφη Χώρα της ψευδαίσθησης και της αναπόλησης. Η ηδυπαθής Μπλανς θα ολοκληρώσει έτσι τον κύκλο της φυγής της.

heartbreak3

Η παράσταση
Η παράσταση υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Θάνου Νίκα αναδίδει από τη μια το άρωμα των αυτάρεσκων κυριών που φορούν τουαλέτες και επιζητούν υπερβολικά κομπλιμέντα κι ωραιοποίηση των καταστάσεων και από την άλλη τη βασιλεία του πραγματισμού, του κυνισμού, της απλής αλήθειας των στοιχειωδών αναγκών της ζωής. Αυτή η ατμόσφαιρα αναδίδεται ολοζώντανη πρώτα από τους ηθοποιούς και έπειτα από το κειμενικό περιβάλλον. Διατηρώντας μόνο τα απολύτως απαραίτητα από το κείμενο ώστε να μην επέλθει κενό ούτε όσον αφορά τις ψυχικές μεταπτώσεις των ηρώων ούτε και ρωγμές καταληπτότητας στη πλοκή του έργου, ο Θάνος Νίκας έχτισε μια ατμόσφαιρα «χαμηλών τόνων» -χαρακτηριστική στα έργα του Ουΐλλιαμς- ποτισμένη με την αδιόρατη θλίψη που βαραίνει τους ήρωες. Με ιδιαίτερη καθαρότητα και απλότητα στη σκηνοθετική του οπτική, με έμφαση στη σωματική δράση αλλά και σε παύσεις- σιωπές, με επαναλαμβανόμενες κινήσεις και ατάκες που άλλοτε τονίζουν την νευρωτική φύση των ηρώων, άλλοτε σχολιάζουν, αφηγούνται, επεξηγούν…
Το τέλος του έργου δίνει την αίσθηση πως η Μπλάνς δεν τερμάτισε το ταξίδι της αλλά συνεχίζει ως μια αξιοπρεπής, περήφανη και ενεργητική μαχήτρια, την περιπλάνηση της ψυχής της στο χώρο των ψευδαισθήσεων. Ο Θάνος Νίκας αποφεύγει έτσι το «δράμα» που δεν ταιριάζει στην σκηνοθετική οπτική του, ενισχύοντας μ’ αυτό τον τρόπο όμως την τραγική διάσταση. Η ιδέα του καθρέπτη ως μοναδικού σκηνικού αντικειμένου που όταν περιστρέφεται αποκαλύπτεται πως πρόκειται για ένα εργατικό καρότσι εμπορευμάτων, ενισχύει την όλη συγκρουσιακή ατμόσφαιρα. Με το δικό του διττό συμβολισμό εντείνει τη διαμάχη αρσενικού –θηλυκού (εργατικό εργαλείο -σύμβολο ανδρισμού από τη μια, και καθρέπτης – σύμβολο γυναικείας φιλαρέσκειας και ομορφιάς από την άλλη) όπως επίσης και αυτή των κοινωνικών τάξεων. Η δυναμική του καθρέπτη επισημαίνει την αλήθεια, αντανακλά σαν κάτοπτρο τις ταξικές διακρίσεις της τότε κοινωνίας, παραμορφώνει μέσω των παραισθήσεων και έχει μια συμβολιστική αξία που αγγίζει τα όρια της «καταγγελίας» της κοινωνίας ή ενός κοινωνικού συστήματος.
heartbreak4
Η Κατερίνα Συναπίδου έφερε εις πέρας αρμονικότατα τον ρόλο της ευαίσθητης και ονειροπόλας Μπλανς με έναν ιδιαίτερα εκλεπτυσμένο αισθησιασμό και γοητεία. Με επιμελημένη εκφορά του λόγου και καλοδουλεμένη την κινησιολογική της ικανότητα και ευελιξία παρουσίασε μια ευάλωτη, λεπτεπίλεπτη Μπλανς που την κυβερνά η συναισθηματικότητα και η φιλαρέσκεια δίνοντας περισσότερο έμφαση στον εύθραυστο ψυχικό και θηλυκό της κόσμο με αξιοπρέπεια και μποεμισμό αποφεύγοντας παραπλανητικές -ίσως- επεκτάσεις σε άλλα στοιχεία του χαρακτήρα της όπως η συνήθεια του ποτού ή οι αφύσικες ερωτικές παρορμήσεις της. Υπηρέτησε έτσι το σκηνοθετικό όραμα το οποίο εστιάζει στα δυο αυτά δίπολα (αρσενικού –θηλυκού, ανώτερη-κατώτερη κοινωνική τάξη) χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως δεν λάβαμε και τα περιρρέοντα μηνύματα όπως της ομοφυλοφιλίας, του ρατσισμού, της συμβατικής αδερφικής σχέσης. Ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης απέδωσε με ιδιαίτερη ωριμότητα, κινησιολογική ευελιξία και αφοσίωση, πρώτα τον ρόλο του Άντρα που μάχεται με δυναμισμό να επιβιώσει-επικρατήσει, κι έπειτα τον θιγμένο κοινωνικά Πολωνό εργάτη που παλεύει για την επιβίωση κι έτσι είναι μεν «σαρκοβόρος» όμως όχι και κακός. Ισοϋψείς ήταν οι ερμηνείες της Μαριαλένας Παπατριανταφύλλου ως Στέλλας, του Χρήστου Γκουτσίδη ως Μιτς και του Δημήτρη Δάγκαλη ως Άλαν. Η Μαριαλένα Παπατριανταφύλλου, υποταγμένη και αυτή στο σκηνοθετικό όραμα ενίσχυσε τους καλούς τρόπους της πλούσιας καταγωγής της Στέλλας αλλά επέδειξε και απόλυτη προσαρμοστικότητα και γαλήνη στο περιβάλλον και τη νέα πραγματικότητα ενώ διατήρησε σταθερή την απόσταση της ως παθητικού παρατηρητή στην κατάπτωση της αδερφής της με τρόπο αθώο αλλά και επιμελημένα αφελή. Υποταγμένος επίσης στο σκηνοθετικό όραμα ο Χρήστος Γκουτσίδης ως Μίτς ο απλός Ιρλανδός εργάτης που βασανίζεται κι αυτός από μια «εσωτερική ασφυξία», από τη μητέρα του και τους κοινωνικούς κώδικες. Εκφραστικός και αληθινός ο Δημήτρης Δάγκαλης στο μικρότερο μεν ρόλο του Άλαν, πρώην συζύγου της Μπλανς, όμως καθοριστικής σημασίας για την ολοκλήρωση του ψυχολογικού πάζλ της ηρωίδας αφού η παρουσία μέσα απ’ την ανάμνηση του τη κατατρύχει και τη στοιχειώνει.

heartbreak5

Με την προσδοκία της «γης της ευφορίας» που αναζωπυρώνεται τη σημερινή εποχή, οι Ars Moriendi επαναφέρουν με έναν δικό τους αναγνωρίσιμο τρόπο, ρυθμό και ποίηση -ερμηνεύσιμο κυρίως μέσω της σωματικής κίνησης, της ψυχολογικής μεγέθυνσης των ηρώων και της διαχρονικότητας του νοήματος- το θέμα της φυγής της Μπλανς σε ένα ταξίδι ψυχής που στην πραγματικότητα δεν είναι άλλο από τη φυγή από τον ίδιο της τον εαυτό.

Η παράσταση παρουσιάστηκε στις 21, 22, 23 Φεβρουαρίου στο Δημοτικό Θέατρο Καλαμαριάς «Μελίνα Μερκούρη» κι επίσης στο Θέατρο «Άνετον» στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Ανοιχτή Σκηνή – Θεατρικές Φωνές της Πόλης» στις 14 και 15 Μαρτίου.
Σκηνοθεσία: Θάνος Νίκας
Σκηνική εγκατάσταση: Πηνελόπη Χατζηδημητρίου
Φωτισμοί: Θάνος Νίκας
Βοηθός Σκηνοθέτη & Οργάνωσης Παραγωγής: Elio Phoebus Beico
Οργάνωση Παραγωγής- Επικοινωνία: Κατερίνα Συναπίδου
Γραφιστική Επιμέλεια: Ειρήνη Σφυρή 
Παίζουν: Χρήστος Γκουτσίδης, Δημήτρης Δάγκαλης, Μαριαλένα Παπατριανταφύλλου, Κατερίνα Συναπίδου, Σπύρος Χατζηαγγελάκης

Τελευταία Ενημέρωση στις Σάββατο, 15 Μάρτιος 2014 09:34