ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Εκτύπωση
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη   
Δευτέρα, 15 Ιανουάριος 2018 14:18

Δημήτρης Πετρόπουλος

petropoulos1

Αγαπημένος, ταλαντούχος ηθοποιός με λαμπρή πορεία στο σανίδι αλλά και εκπαιδευτικός, ο Δημήτρης, ερμηνεύει και φέτος τον ρόλο ενός καθηγητή, στην παράσταση «Ολεάννα» η οποία έχει μακρά πορεία από πέρσι και παίρνοντας μία ακόμα παράταση λόγω θερμής ανταπόκρισης του κοινού, θα συνεχιστεί μέχρι τις 11 Φεβρουαρίου, οπότε προλαβαίνετε να την απολαύσετε. Μαζί του φέτος η εξαιρετική Ντάνη Γιαννακοπούλου στο ρόλο της μαθήτριας που θα κάνει τη ζωή του καθηγητή της πραγματικά δύσκολη και θα μας γεννήσει μια σειρά από ερωτήματα. Ο Δημήτρης έχει το ταλέντο να απαντάει με μοναδική σαφήνεια σε ερωτήματα όπως θα διαπιστώσετε παρακολουθώντας αυτή μας την συζήτηση, στην οποία ένας ηθοποιός που χειρίζεται εξαιρετικά τον λόγο, μας μιλάει για ένα έργο στο οποίο θίγεται το ζήτημα της αδυναμίας συνεννόησης μέσω του λόγου και για μια παράσταση στην οποία ένας δάσκαλος που είναι και ηθοποιός, υποδύεται ως ηθοποιός, τον δάσκαλο. Ενδιαφέρον;

petropoulos2

Μίλησε μου για τον συγγραφέα, το έργο και την ιστορία του.

Τον Μάμετ τον γνώρισα μέσα από παραστάσεις έργων του. Διαμεσολαβημένο δηλαδή, αλλά επιτυχώς, κατά τη γνώμη μου. «Ο Αμερικάνικος βούβαλος» σε σκηνοθεσία Τάσου Μπαντή πριν από εικοσιπέντε χρόνια ήταν μια ευχάριστη έκπληξη. Το ίδιο και τα «Οικόπεδα με θέα»  σε σκηνοθεσία του Λιβαθινού, δέκα χρόνια αργότερα, που μου άρεσε ιδιαίτερα σα θέμα και γραφή και καθόρισε θετικά τη σχέση μου με τον συγγραφέα. Την «Ολεάννα»  παρόλο που ανέβηκε τρεις- τέσσερις φορές δεν είχε τύχει να τη δω. Ο Μάμετ συμπλήρωσε τα 70 του στις 30 Νοεμβρίου. Χρόνια πολύ δημιουργικά. Εκτός από θεατρικά έργα και θεωρητικά κείμενα για το θέατρο έγραψε διηγήματα και σενάρια για αξιόλογες ταινίες όπως «Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές» και  «Η ετυμηγορία», σενάριο που ήταν υποψήφιο για Όσκαρ, και σκηνοθέτησε, μεταξύ άλλων, για τον κινηματογράφο την «Λέσχη της απάτης» και την θεατρική του  «Ολεάννα». Η γραφή του διακρίνεται από την αμεσότητα και φυσικότητα του λόγου -το περίφημο στυλ Μάμετ. Εδώ θα ήθελα να προσθέσω μια χαρακτηριστική σκέψη δική του: «Κάποτε έθαβαν τους ηθοποιούς σε σταυροδρόμια με έναν πάσσαλο καρφωμένο στην καρδιά. Εκείνοι οι ηθοποιοί συγκινούσαν το κοινό τους όχι με τον τρόπο που θα γίνονταν δεκτοί σε μια ανώτατη σχολή ή θα κέρδιζαν μια κολακευτική κριτική αλλά κάνοντάς το να φοβάται την ίδια την ψυχή του. Αυτό μου φαίνεται πως αξίζει να το επιδιώκει κανείς». Η «Ολεάννα» σαν κείμενο έχει τις προδιαγραφές να κλονίσει τις βεβαιότητες και την «αυτοεικόνα» μας.

 

Μίλησε μου για τον ρόλο σου. Ποια είναι τα θετικά και ποια τα αρνητικά του χαρακτήρα;

Υποδύομαι έναν καθηγητή Πανεπιστημίου που, όταν αντιλαμβάνεται ότι μια φοιτήτρια βιώνει μια βασανιστική αίσθηση ανεπάρκειας ανάλογη με εκείνη που βίωνε ο ίδιος όταν ήταν στην ηλικία της, ανταποκρίνεται στο επίμονο αίτημά της να διορθώσει τον βαθμό της και να καλύψει τα κενά της με ιδιαίτερα μαθήματα. Η φοιτήτρια αμφισβητεί τις προθέσεις του, τον καταγγέλλει για σεξουαλική παρενόχληση και τελικά τον καταστρέφει. Θέμα του έργου, κατά τη γνώμη μου, η έντονη υποκειμενικότητα στην αποκωδικοποίηση των μηνυμάτων που λαμβάνουμε και στέλνουμε και η προκύπτουσα ελλειμματική επικοινωνία. Το χάσμα των γενεών και η διαφορά των φύλων και των κοσμοαντιλήψεων περιπλέκουν ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Τώρα, για να απαντήσω στην ερώτησή σου. Τα θετικά και τα αρνητικά ενός χαρακτήρα, τόσο στη ζωή όσο και στο θέατρο, προσδιορίζονται εντέλει από τις πράξεις του και τις συνέπειές τους. Όχι από τις προθέσεις του ή τις προδιαθέσεις. Θέλω να πω πως αν διψάς χρειάζεσαι νερό, όχι ψωμί και η δοτικότητα του άλλου δεν κρίνεται από την καλή του θέληση, αλλά από το κατά πόσον ικανοποιεί τη συγκεκριμένη στιγμή τη συγκεκριμένη ανάγκη. Και με τον κατάλληλο τρόπο, ει δυνατόν. Ακούγεται σκληρό αυτό που λέω, γιατί ακυρώνει κάπως τη σημασία των προθέσεων, πιστεύω όμως πως αυτή είναι η αλήθεια. Το πρόσωπο που υποδύομαι έχει βιώσει από παιδί μια διαρκή απόρριψη την οποία όμως κατάφερε να διαχειριστεί επιτυχώς μέσα από επώδυνες διαδρομές αυτογνωσίας και πιστεύει πως όλοι μπορούν να κάνουν το ίδιο, ιδίως αν κάποιος τους υποστηρίξει ηθικά. Αυτή η εμπειρία τον οδηγεί σε ένα προστατευτισμό απέναντι στους φοιτητές του και ιδιαίτερα έναντι όσων του φαίνονται ομοιοπαθείς. Πέφτει όμως έξω και στις εκτιμήσεις και στους χειρισμούς του –στη συγκεκριμένη, τουλάχιστον, περίπτωση. Αυτή είναι μια από τις βασικότερες πτυχές του ρόλου, που τέμνει δραματουργικά όλες τις άλλες. Η αισιοδοξία του παρ’ όλα αυτά είναι ανεξάντλητη αν και αποδεικνύεται αβάσιμη. Ενδεχομένως και η δική μου αισιοδοξία, γιατί πιστεύω πως παρά την κοινωνική και επαγγελματική του συντριβή συναντά εντέλει τον εαυτό του.

petropoulos3

Μίλησε μου για την εμπειρία αυτής της παράστασης.

Οφείλω να ομολογήσω πως ο Νικορέστης Χανιωτάκης, ο νεαρός και ταλαντούχος σκηνοθέτης μας, δικαιώθηκε για δεύτερη φορά. Είχα πολλές επιφυλάξεις όταν μου πρότεινε τον ρόλο, από τη μια γιατί η ιδέα μιας σκηνικής αντιπαράθεσης χωρίς καμιά ανάσα συναισθηματική, χωρίς καμιά ανάπαυλα, μου ήταν απωθητική σε χρόνους γκρίζους και με γκρίζες διαθέσεις κι από την άλλη γιατί ο χαρακτήρας του καθηγητή μου ήταν πολύ γνώριμος. Το ίδιο επιφυλακτικός ήμουνα και στην προηγούμενη συνεργασία μας στον «Κουλοχέρη του Σποκέιν», ρόλο που στην πορεία ερωτεύτηκα αν και με θεωρούσα λάθος διανομή. Η αλήθεια είναι πως στην «Ολεάννα» διέθετα ήδη ως εκπαιδευτικός κάποιες αποσκευές σε εμπειρία και προβληματισμούς βιωματικού χαρακτήρα και έτσι μπήκα κατευθείαν στην αναζήτηση αποχρώσεων και ιδιαιτεροτήτων για τον εμπλουτισμό της ερμηνείας. Είχα επιπλέον την ευκαιρία να συνυπάρξω σκηνικά με δυο ταλαντούχες συναδέλφους με διαφορετικές προσωπικότητες, την Κατερίνα Παπουτσάκη πέρσι και την Ντάνη Γιαννακοπούλου φέτος, γεγονός που με ανάγκασε να διατηρήσω μια αυξημένη ερμηνευτική ευελιξία και  προσαρμοστικότητα ως προς τις σκηνικές δυναμικές και τις ισορροπίες. Από την άλλη, η ανταπόκριση του κοινού στην παράσταση είναι ασυνήθιστα ενθουσιώδης κι αυτό όσο να ‘ναι μας χαροποιεί ιδιαίτερα όλους.

 

Πιστεύεις πως οι μέτριοι μπορούν να παγιδεύσουν τους ευφυείς και με ποιο κίνητρο;

Η ευφυΐα σπάνια είναι αμιγής και συμπαγής. Συνήθως συνοδεύεται από ρωγμές ή άλλες ιδιότητες που την υπονομεύουν και τη σχετικοποιούν. Γι αυτό πιστεύω πως ο διαχωρισμός σε ευφυείς και μη, είναι συχνά αυθαίρετος. Αλλά ακόμα κι αν τον αποδεχτούμε, οι μέτριοι μπορεί να διαθέτουν άλλες δεξιότητες που υπεραναπληρώνουν τις αδυναμίες τους. Οι κατά τεκμήριο λοιπόν ευφυείς, όταν δεν είναι επιφυλακτικοί από προδιάθεση, συνήθως αυτοπροστατεύονται λιγότερο ή πλημμελώς, όπως το πρόσωπο που υποδύομαι, και ένας μέτριος αλλά παρατηρητικός, με κάποιες δεξιότητες ή κάποια υποστήριξη, όπως η φοιτήτρια του έργου, μπορεί άνετα να ασκήσει επιρροή ή να τους παγιδεύσει αξιοποιώντας το προϊόν των παρατηρήσεων του, επί καλώ ή επί κακώ. Το κίνητρο δεν είναι πάντα μακιαβελικό. Μπορεί να πρόκειται για μια ασυναίσθητη ανάγκη να φέρει ο μέτριος, τον ευφυή στα μέτρα του.

 

Τι γνώμη έχεις για την άσκηση εξουσίας του ισχυρού στον αδύναμο. Είναι ένα επακόλουθο ή μια ατυχής εξαίρεση;

Αναφερόμαστε, υποθέτω, στη συνειδητή άσκηση εξουσίας. Γιατί υπάρχει και η ασυναίσθητη, η αντανακλαστική, η εκ της υπεροχής αυτής καθεαυτής σε οποιοδήποτε τομέα, σωματικό ή πνευματικό. Στις στενά προσωπικές σχέσεις υπάρχει και η συναισθηματική άσκηση εξουσίας στον περισσότερο εξαρτημένο. Συνήθως όμως εννοούμε την εκ της θέσεως άσκηση εξουσίας, την κοινωνική ή επαγγελματική, όταν παραβιάζει την βούληση του άλλου εκμεταλλευόμενη τις ανάγκες του. Όπως και νάχει, η κάθε μορφής άσκηση εξουσίας προϋποθέτει ωριμότητα, αυτοέλεγχο και υγιή αυτοπεποίθηση, γαλήνια. «Αρχή άνδρα δείκνυσι»  και τα λοιπά. Η ανάγκη κάποιου να ασκήσει εξουσία είτε σε αδύναμο είτε σε ισχυρό δηλώνει πάντοτε, κατά τη γνώμη μου, ανασφάλεια και ανάγκη επιβεβαίωσης. Όσο για μένα, έχω μια φυσική δυσανεξία ακόμη και στην απόπειρα εξουσίας απάνω μου και φροντίζω να μην το ξεχνώ όταν βρίσκομαι σε θέση ισχύος, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν έπεσα ποτέ ο ίδιος στην παγίδα ή πως δεν υπέκυψα ποτέ στον πειρασμό. Άλλωστε οι ρόλοι εναλλάσσονται συνήθως, στις προσωπικές τουλάχιστον σχέσεις.

petropoulos4

Με ποιο τρόπο μπορεί μια θετική, προστατευτική τάση της κοινωνίας των ανθρώπων να μετατραπεί σε καταστρεπτική δύναμη;

Η υπερβολή και η υπεραπλούστευση, η γενίκευση και η σχηματικότητα, παθήσεις επιδημικές στις κοινωνίες των ανθρώπων, είναι διαχρονικοί σύμβουλοι ολέθριοι. Θυμάμαι μια εποχή, για να αναφερθώ σε κάτι ανώδυνο, που όλοι διόρθωναν με πάθος όποιον έκανε το… ειδεχθές έγκλημα να λέει  «από ανέκαθεν». Είχανε γίνει όλοι αυτάρεσκοι θεματοφύλακες της γλώσσας γιατί έτυχε να ξέρουν σωστά το συγκεκριμένο, ενώ παράλληλα παρέβλεπαν ή αγνοούσαν δεκάδες άλλα γλωσσικά ολισθήματα. Το «από ανέκαθεν» είχε απλά γίνει ο αποδιοπομπαίος τράγος όλων των γλωσσικών αμαρτιών. Άλλο παράδειγμα. Εδώ και λίγα χρόνια δεν τολμάμε να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη ανάπηρος, ενώ εξακολουθούμε να παρκάρουμε ασύστολα κι αδιάντροπα, με θλιβερές δικαιολογίες της δεκάρας, πάνω στην κάθε διάβαση για καροτσάκι. Ο συνδυασμός δηλαδή των παθήσεων που προανέφερα με την υποκρισία, άλλη θανατηφόρα πάθηση κι αυτή, υπόσχεται ό,τι χειρότερο. Αν μάλιστα συνδυαστεί με τιμωρητική διάθεση για παρελθούσες ταπεινώσεις –αν δηλαδή συνδυαστεί με ανοιχτούς λογαριασμούς– μπορεί στ’ αλήθεια να μετατραπεί σε τρομακτικό φαινόμενο. Το κίνημα της πολιτικής ορθότητας με τους δογματισμούς του μάλλον αποκάλυψε παρά αποκατέστησε τις πάσης φύσεως ανεπάρκειες –για να μην πω αναπηρίες μας– τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

 

Νοιώθει η ηρωίδα κάποιο είδος ερωτικής έλξης προς τον καθηγητή της; Κι αν ναι, τι είδους είναι αυτή;

Έλξη με την ευρεία έννοια, ίσως. Ο καθηγητής μάλλον ασκεί μια μορφή γοητείας, φαινόμενο συνηθισμένο στις αίθουσες διδασκαλίας, λόγω της παιδαγωγικής αλληλεπίδρασης. Σε κάποιες ηλικίες μαθητών ή φοιτητών ένας ελκυστικός καθηγητής λειτουργεί ασυναίσθητα σαν υποκατάστατο διαφόρων προτύπων, όπως το πατρικό, το ερωτικό, το ιδιοσυγκρασιακό και τα λοιπά.

 

Νοιώθει ο καθηγητής κάποιο έντονο συναίσθημα για την μαθήτρια του; Πως γεννιέται και τι είδους είναι;

Στην δική μας ανάγνωση του έργου, καταρχήν όχι. Τον συγκινεί όμως εύκολα και γρήγορα το γεγονός ότι η συγκεκριμένη φοιτήτρια αισθάνεται πως δεν έχει τις προδιαγραφές να τα καταφέρει, συναίσθημα που του είναι γνώριμο από τη δική του αρνητική εμπειρία όταν ήταν εκείνος στη δική της ηλικία. Αισθάνεται μια κάποια εγγύτητα κι αυτό τον αφοπλίζει. Έχει και μια γενικότερη προστατευτική προδιάθεση όπως είπαμε νωρίτερα και κινητοποιείται άμεσα, εις βάρος μάλιστα των δικών του προτεραιοτήτων. Οφείλω όμως να ομολογήσω, χωρίς να αισθάνομαι πως αντιφάσκω, πως κάποια στιγμή στην πρόβα πέρυσι και μάλιστα προς το τέλος της δεύτερης πράξης, όταν με έχει ήδη κατηγορήσει για σεξουαλική παρενόχληση, προέκυψε μια στιγμιαία αντίδραση από πλευράς μου αρκετά τολμηρή σωματικά. Την αντίδραση αυτή αποφάσισα να την κρατήσω –με τη σύμφωνη γνώμη του σκηνοθέτη, φυσικά– παρά την επικινδυνότητα μιας τέτοιας επιλογής, όχι βέβαια για ενισχύσω την άποψη της φοιτήτριας, αλλά γιατί μου φάνηκε αναπόφευκτη τη δεδομένη στιγμή με τη συγκεκριμένη σχέση σωμάτων. Θέλω να πω πως η ερωτική έλξη, συνειδητή ή λανθάνουσα, μπορεί να μην υπήρξε για μας κύριος άξονας του έργου, αλλά δεν θεωρήσαμε αναγκαίο να αποστειρώσουμε τη σχέση τους.

 

Ποια είναι η ρωγμή στο χαρακτήρα του άντρα και ποια στο χαρακτήρα της γυναίκας;

Οι ρωγμές μας αντιστοιχούν συνήθως στις εκκρεμότητές μας, στα δυσεπίλυτα ψυχικά μας προβλήματα, στις ανεπάρκειες μας, υποκειμενικές και αντικειμενικές. Λέμε συνήθως πως οι ρωγμές μας κάνουν πιο ευάλωτους αλλά αυτό δεν είναι πάντα αρνητικό. Αν πρέπει να επιλέξω μια ρωγμή στον κάθε χαρακτήρα θα έλεγα πως στον άντρα αυτή αντιστοιχεί στην πίστη και την σχεδόν παιδιάστικη επιμονή του ότι με τον διάλογο εξασφαλίζεις μια προσέγγιση και τις προϋποθέσεις επίλυσης μιας σύγκρουσης, πίστη που τον εμποδίζει να αντιληφθεί ότι χωρίς τους κατάλληλους χειρισμούς το εγχείρημα της επικοινωνίας ματαιώνεται.

Στον χαρακτήρα της γυναίκας βλέπω γνωρίσματα ψυχοπαθολογίας που προσδίδουν ιδιαιτερότητες που απαιτούν ειδικούς χειρισμούς ή χειρισμούς από ειδικούς. Έχει αυτό που λέμε  «απωθημένα» που αν δεν διευθετηθούν υπονομεύουν την οποιαδήποτε απόπειρα αποκατάστασης των τραυμάτων.

Αυτό άλλωστε σημαίνει και ο τίτλος του έργου. Η Ολεάννα που προοριζόταν για γη της επαγγελίας αποδείχτηκε άγονη. Για να γίνει, λοιπόν, γόνιμο το χέρσο απαιτείται, κυριολεκτικά, αυτό που λέμε στις πολεμικές επιχειρήσεις αναγνώριση εδάφους και λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων. Επίπονη διαδικασία χωρίς εγγυημένο αποτέλεσμα.  Και για τους δυο εντέλει η βασική ρωγμή, κατά τη γνώμη μου, έχει να κάνει με την αυτοεικόνα τους και τα αδιέξοδα στα οποία οδηγεί ο εγκλωβισμός τους στην συγκεκριμένη αυτοεικόνα.

petropoulos5

Ποια είναι τα προσεχή σου σχέδια;

Από τις 18 Φλεβάρη ξαναπαίζουμε για πέμπτη χρονιά  το «Δηλητήριο» του Ροντόλφ Σιρέρα στο θέατρο Αλκμήνη. Μας έχει συγκινήσει η ανταπόκριση του κόσμου παρόλο που έχουμε μηδενικό όφελος οικονομικό λόγω της πολύ περιορισμένης χωρητικότητας της αίθουσας. Το μικρό μας όμως θεατράκι δεν έπαψε να γεμίζει επί τέσσερα ολόκληρα χρόνια χωρίς καμιά απολύτως διαφήμιση χάρη στο «στόμα-με-στόμα» κι αυτό μας ικανοποιεί ιδιαίτερα.  Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσω ότι για λόγους ακατανόητους μεταφράστηκε πρόσφατα και παίχτηκε και άλλο έργο με τον τίτλο «Δηλητήριο» ενώ το δικό μας παίζεται μ’ αυτόν τον τίτλο από το 1996 που πρωτοπαίχτηκε στην Ελλάδα μέχρι σήμερα. Συνήθως όταν οι τίτλοι μοιάζουν επινοούμε έναν άλλο, διαφοροποιημένο, και αποφεύγουμε τη σύγχυση. Τέλος πάντων, το δικό μας δηλητήριο είναι το «Ισπανικό».